Παγκόσμια ημέρα για την πρόληψη της αυτοκτονίας: Το στίγμα και οι αριθμοί που σοκάρουν
Κάθε αυτοκτονία είναι μια τραγωδία που επηρεάζει οικογένειες, κοινότητες και ολόκληρες χώρες και έχει μακροχρόνιες επιπτώσεις στους ανθρώπους που μένουν πίσω.

Μέρα με τη μέρα νιώθει να βουλιάζει όλο και πιο βαθιά... Μέχρι που η ζωή δεν έχει πια κανένα νόημα και παίρνει την απόφαση να βάλει τέλος στη ζωή του. Το άτομο που επιλέγει ως λύση την αυτοκτονία έχει περάσει από πολλά στάδια προηγουμένως. Και ευθύνη της κοινωνίας είναι να αναγνωρίσει τα σημάδια, με σκοπό να προλάβει το κακό.
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας (10/09), η ανάγκη για δράσεις είναι πιο αναγκαία από ποτέ. Οι αριθμοί του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που αφορούν στις αυτοκτονίες, είναι πραγματικά σοκαριστικοί. Ωστόσο, πίσω από αυτούς τους αριθμούς, κρύβονται άνθρωποι. Και πολύς πόνος. Πόνος γι' αυτούς που μένουν πίσω, αλλά και πόνος γι' αυτούς που βιώνουν προβλήματα ψυχικής υγείας, τα οποία αποτελούν τον κύριο λόγο που οδηγεί στην αυτοκτονία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΠΟΥ, κάθε χρόνο 727.000 άνθρωποι αυτοκτονούν, ενώ υπάρχουν πολύ περισσότεροι άνθρωποι που κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας. Κάθε αυτοκτονία είναι μια τραγωδία που επηρεάζει οικογένειες, κοινότητες και ολόκληρες χώρες και έχει μακροχρόνιες επιπτώσεις στους ανθρώπους που μένουν πίσω. Η αυτοκτονία συμβαίνει καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής και ήταν η τρίτη κύρια αιτία θανάτου μεταξύ των ατόμων ηλικίας 15-29 ετών παγκοσμίως το 2021.
Η αυτοκτονία δεν συμβαίνει μόνο σε χώρες υψηλού εισοδήματος, αλλά αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο σε όλες τις περιοχές του κόσμου. Στην πραγματικότητα, σχεδόν τα τρία τέταρτα (73%) των παγκόσμιων αυτοκτονιών σημειώθηκαν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος το 2021.
Η αυτοκτονία είναι ένα σοβαρό πρόβλημα που απαιτεί άμεση αντιμετώπιση από την πλευρά της δημόσιας υγείας. Με έγκαιρες, τεκμηριωμένες και συχνά χαμηλού κόστους παρεμβάσεις, οι αυτοκτονίες μπορούν να προληφθούν. Για να είναι αποτελεσματικές οι εθνικές αντιδράσεις, απαιτείται μια ολοκληρωμένη πολυτομεακή στρατηγική πρόληψης των αυτοκτονιών.

- Περισσότεροι από 720.000 άνθρωποι πεθαίνουν λόγω αυτοκτονίας κάθε χρόνο.
- Η αυτοκτονία είναι η τρίτη κύρια αιτία θανάτου μεταξύ των ατόμων ηλικίας 15-29 ετών.
- Το 73% των αυτοκτονιών παγκοσμίως συμβαίνουν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
- Οι λόγοι για την αυτοκτονία είναι πολύπλευροι και επηρεάζονται από κοινωνικούς, πολιτισμικούς, βιολογικούς, ψυχολογικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες που υπάρχουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής.
- Για κάθε αυτοκτονία, υπάρχουν πολύ περισσότεροι άνθρωποι που επιχειρούν να αυτοκτονήσουν. Μια προηγούμενη απόπειρα αυτοκτονίας αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για αυτοκτονία στον γενικό πληθυσμό.
Ποιοι διατρέχουν κίνδυνο
Η σύνδεση μεταξύ αυτοκτονίας και ψυχικών διαταραχών (ιδίως κατάθλιψης και διαταραχών χρήσης αλκοόλ) και προηγούμενης απόπειρας αυτοκτονίας είναι εδραιωμένη στις χώρες με υψηλό εισόδημα. Ωστόσο, πολλές αυτοκτονίες συμβαίνουν παρορμητικά σε στιγμές κρίσης, όταν καταρρέει η ικανότητα αντιμετώπισης των πιέσεων της ζωής, όπως οικονομικά προβλήματα, διαμάχες στις σχέσεις ή χρόνιο πόνο και ασθένεια.
Επιπλέον, η βίωση συγκρούσεων, καταστροφών, βίας, κακοποίησης ή απώλειας και το αίσθημα απομόνωσης συνδέονται στενά με την αυτοκτονική συμπεριφορά. Τα ποσοστά αυτοκτονίας είναι επίσης υψηλά μεταξύ των ευάλωτων ομάδων που βιώνουν διακρίσεις, όπως οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, οι αυτόχθονες πληθυσμοί, οι λεσβίες, οι ομοφυλόφιλοι, οι αμφιφυλόφιλοι, οι τρανς, τα μεσοφυλόφιλα (LGBTI) άτομα και οι κρατούμενοι, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.
Πρόληψη και έλεγχος
Υπάρχουν διάφορα μέτρα που μπορούν να ληφθούν σε επίπεδο πληθυσμού, υποπληθυσμού και ατόμου για την πρόληψη της αυτοκτονίας και του αυτοτραυματισμού. Το LIVE LIFE, η πρωτοβουλία του ΠΟΥ για την πρόληψη των αυτοκτονιών, συνιστά τις ακόλουθες βασικές αποτελεσματικές παρεμβάσεις βασισμένες σε τεκμηριωμένα στοιχεία:
- περιορισμός της πρόσβασης στα μέσα αυτοκτονίας (π.χ. φυτοφάρμακα, πυροβόλα όπλα, ορισμένα φάρμακα)
- αλληλεπίδραση με τα μέσα ενημέρωσης για υπεύθυνη αναφορά περιστατικών αυτοκτονίας
- ενίσχυση των κοινωνικοσυναισθηματικών δεξιοτήτων ζωής στους εφήβους
- έγκαιρη αναγνώριση, αξιολόγηση, διαχείριση και παρακολούθηση οποιουδήποτε επηρεάζεται από αυτοκτονικές συμπεριφορές
Όπως τονίζει ο ΠΟΥ, αυτά πρέπει να συμβαδίζουν με τους ακόλουθους θεμελιώδεις πυλώνες: ανάλυση κατάστασης, πολυτομεακή συνεργασία, ευαισθητοποίηση, ανάπτυξη ικανοτήτων, χρηματοδότηση, εποπτεία και παρακολούθηση και αξιολόγηση.
Οι προσπάθειες πρόληψης των αυτοκτονιών απαιτούν συντονισμό και συνεργασία μεταξύ πολλαπλών τομέων της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένου του τομέα της υγείας και άλλων τομέων όπως η εκπαίδευση, η εργασία, η γεωργία, οι επιχειρήσεις, η δικαιοσύνη, το δίκαιο, η άμυνα, η πολιτική και τα μέσα ενημέρωσης. Αυτές οι προσπάθειες πρέπει να είναι ολοκληρωμένες, δεδομένης της πολύπλευρης φύσης της αυτοκτονίας.

Στίγμα και ταμπού
Το στίγμα, ιδιαίτερα γύρω από τις ψυχικές διαταραχές και την αυτοκτονία, σημαίνει ότι πολλά άτομα που σκέφτονται να αυτοκτονήσουν ή έχουν κάνει απόπειρα αυτοκτονίας δεν αναζητούν βοήθεια και ως εκ τούτου δεν λαμβάνουν τη βοήθεια που χρειάζονται.
Η πρόληψη της αυτοκτονίας δεν έχει αντιμετωπιστεί επαρκώς λόγω της έλλειψης επίγνωσης της αυτοκτονίας ως μείζονος προβλήματος δημόσιας υγείας και του ταμπού σε πολλές κοινωνίες να συζητηθεί ανοιχτά. Μέχρι σήμερα, μόνο λίγες χώρες έχουν συμπεριλάβει την πρόληψη των αυτοκτονιών στις προτεραιότητές τους στον τομέα της υγείας και μόνο 38 χώρες αναφέρουν ότι διαθέτουν εθνική στρατηγική πρόληψης των αυτοκτονιών.
Η ευαισθητοποίηση της κοινότητας και η κατάρριψη των ταμπού είναι σημαντική για να σημειώσουν οι χώρες πρόοδο στην πρόληψη των αυτοκτονιών.
Ποιότητα δεδομένων
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η διαθεσιμότητα και η ποιότητα των δεδομένων σχετικά με την αυτοκτονία και τον αυτοτραυματισμό είναι κακή.
Μόνο περίπου 80 κράτη μέλη του ΠΟΥ διαθέτουν δεδομένα καταγραφής ζωτικών στοιχείων καλής ποιότητας που μπορούν να χρησιμοποιηθούν άμεσα για την εκτίμηση των ποσοστών αυτοκτονίας. Αυτό το πρόβλημα των δεδομένων θνησιμότητας χαμηλής ποιότητας δεν αφορά μόνο την αυτοκτονία, αλλά δεδομένου του στιγματισμού που περιβάλλει την αυτοκτονία -και της παρανομίας της αυτοκτονικής συμπεριφοράς σε ορισμένες χώρες- είναι πιθανό η υποαναφορά και η εσφαλμένη ταξινόμηση να αποτελούν μεγαλύτερα προβλήματα για την αυτοκτονία από ό,τι για τις περισσότερες άλλες αιτίες θανάτου.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τονίζει ότι απαιτείται βελτιωμένη επιτήρηση και παρακολούθηση της αυτοκτονίας και του αυτοτραυματισμού για αποτελεσματικές στρατηγικές πρόληψης των αυτοκτονιών.
Οι διακρατικές διαφορές στα πρότυπα αυτοκτονίας και οι αλλαγές στα ποσοστά, τα χαρακτηριστικά και τις μεθόδους αυτοκτονίας υπογραμμίζουν την ανάγκη κάθε χώρα να βελτιώσει την πληρότητα, την ποιότητα και την επικαιρότητα των δεδομένων που σχετίζονται με την αυτοκτονία.
Αυτό περιλαμβάνει την απαραίτητη καταγραφή αυτοκτονιών, τα μητρώα αυτοτραυματισμού σε νοσοκομεία και εθνικά αντιπροσωπευτικές έρευνες που συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τον αυτοτραυματισμό.

Τι συμβαίνει στην Ελλάδα
Τα στοιχεία που παρουσιάζει το Κέντρο για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας «ΚΛΙΜΑΚΑ» για την Ελλάδα είναι εξίσου σοκαριστικά. Περισσότεροι από 2.600 άνθρωποι έχουν αυτοκτονήσει από το 2020 έως σήμερα. Το 2024 καταγράφηκαν 469 αυτοκτονίες. Περισσότερο από το 20% των αυτοκτονιών δεν καταγράφονται. Το 95% των αυτοκτονιών θα μπορούσε να έχει προληφθεί.
«Η αυτοκτονία παραμένει η μοναδική ψυχιατρική κατάσταση που καταλήγει σε θάνατο, με περίπου 500 καταγεγραμμένους θανάτους κάθε χρόνο στην Ελλάδα. Κάθε μία από αυτές τις τραγικές απώλειες αφήνει πίσω της περισσότερους από 5.000 ανθρώπους που βιώνουν πένθος και πόνο. Παρά τα επίσημα στοιχεία, η πραγματική διάσταση του φαινομένου είναι μεγαλύτερη: Πολλές αυτοκτονίες δεν καταγράφονται, ενώ οι μη θανατηφόρες απόπειρες υπολογίζεται ότι είναι έως και 25 φορές περισσότερες από τα καταγεγραμμένα περιστατικά», σημειώνει η ΚΛΙΜΑΚΑ.
Όπως προσθέτει, η αυτοκτονικότητα στην Ελλάδα παραμένει ένα θέμα που συχνά υποεκτιμάται: «Τα διαθέσιμα στοιχεία υποδεικνύουν ότι πολλά περιστατικά δεν καταγράφονται, με αποτέλεσμα η πραγματική διάσταση του προβλήματος να παραμένει ασαφής. Η έλλειψη ολοκληρωμένων δεδομένων δυσχεραίνει την κατανόηση των αιτιών και των τάσεων, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για στοχευμένη δράση και πιο ακριβή καταγραφή».
